10 Μαΐ 2020

Λογοτεχνία και μητέρα

Οι μαθητές και οι μαθήτριες της Ε' τάξης αφού μελέτησαν ένα απόσπασμα από την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη των εκδόσεων Καζαντζάκη όπου ο συγγραφέας αναφέρεται στη μητέρα του έγραψαν τους παρακάτω σχολιασμούς.

   Η μητέρα του συγγραφέα μας έχει πραγματικά συγκινήσει γιατί παρότι δεν έχει  τις ανέσεις που έχουμε εμείς σήμερα, έβρισκε πάντα χρόνο για το παιδάκι της. Του αφιέρωνε πολλές ώρες για να συζητήσουν διάφορα θέματα. Του διηγιόταν για τους προγόνους του, τους παππούδες και τις γιαγιάδες και άλλοτε για το χωριό που γεννήθηκε, μιας και δεν είχε ταξιδέψει σε άλλα μέρη και δεν είχε τι άλλο να του διηγηθεί! Κάποιες φορές όμως ο γιος διηγιόταν στην μητέρα του τους βίους των αγίων που είχε διαβάσει και αυτή έκλεγε με τα μαρτύριά τους. Δείχνοντάς μας την τρυφερή ψυχή της  και την πίστη της στον Χριστό.
    Ο συγγραφέας έχει συνδέσει με την μητέρα του το καναρίνι που είχαν στο σπίτι τους και την γαζία που μοσχομύριζε και που η μαμά του αρωμάτιζε με τα άνθη της τα ρούχα τους.
   Η ταπεινή και υπομονετική  αυτή γυναίκα είναι αξιοθαύμαστη μητέρα
Αγγελική Καρδίζη, Ε΄

Ο Νίκος Καζαντζάκης μας διηγείται τις αναμνήσεις για την μητέρα του. Οι αναμνήσεις προέρχονται από την Κρήτη στα τέλη του 19ου αιώνα. Τη μητέρα του ο Νίκος Καζαντζάκης την αποκαλούσε νεράιδα διότι τα πρόφταινε όλα ανέκοπα και αθόρυβα, σαν να ‘χαν τα χέρια της μια καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινή ανάγκη, μας περιγράφει ο συγγραφέας. Πολλές φορές η μητέρα του του διηγιόταν για τον πατέρα της και για το χωριό που γεννήθηκε. Η μητέρα του δεν γελούσε ποτέ άλλα τα βαθουλά μαύρα μάτια της και η ψυχή χαμογελούσαν όλη την ώρα. Μπορούμε να καταλάβουμε με πόση αγάπη ο συγγραφέας μιλάει για την μητέρα του.

 Βαλεντίνα Ντολέσοβα Ε΄

Ο συγγραφέας είχε μια πολύ ήρεμη και ήσυχη μητέρα που την παρομοίαζε με την νεράιδα από τα παραμύθια. Ευαίσθητη με γλυκιά φωνή και μαγικά χέρια. Όταν ο γιος της της μιλούσε για τους βίους των αγίων συγκινούνταν και έκλαιγε. Διηγιόταν όμορφες ιστορίες από την ζωή της. Δεν γέλαγε συχνά. Μόνο χαμογελούσε και κοίταζε τους πάντες γεμάτη υπομονή και καλοσύνη. Και όλες τις δουλειές του σπιτιού προλάβαινε  να τις κάνει αθόρυβα. 

Καλλιόπη Κυριαφίνη Ε'

Ο Νίκος Καζαντζάκης μας παρουσιάζει την μητέρα του ως μία γυναίκα που αφιέρωνε πολύ χρόνο στο παιδί της. Την χαρακτήριζε βαθιά ευαισθησία, καλοσύνη και υπομονή ενώ η ηρεμία ζωγραφιζόταν πάντα στο πρόσωπό της. Ο συγγραφέας παινεύει την μητέρα του ως μία άξια γυναίκα που φρόντιζε τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειάς της δίχως να  δείχνει των κόπο της. Στο παιδικό του μυαλό φάνταζε  πλάσμα παραμυθένιο.

Μαρία Αρσενιάδου, Ε΄

Η μητέρα του Καζαντζάκη ως νοσταλγικό άτομο, θυμόταν το παρελθόν με τη δική της οικογένεια. Στεκόταν συγκινημένη, γεμάτη δάκρυα και αγέλαστη αρκετές φορές. Ως εργατικό άτομο, της άρεσαν πάντα οι δουλειές που τις έκανε αθόρυβα. Φάνταζε τόσο καλοσυνάτη που έμοιαζε με ένα μαγικό εξωτικό πλάσμα.

Νεφέλη Νασιάδη, Ε΄

Από την περιγραφή του Νίκου Καζαντζάκη για τη μητέρα του, καταλαβαίνουμε πως πρόκειται για μια γυναίκα που της είχε μεγάλη αδυναμία. Με αγάπη τη θυμάται να του μιλάει για τα παιδικά της χρόνια. Εκείνη ευαίσθητη και ευσυγκίνητη στεναχωριόταν και έκλαιγε με τις ιστορίες από τους βίους των αγίων. Πάντα σοβαρή, πότε πότε χαμογελαστή μα διαρκώς υπομονετική και καλοσυνάτη συμπονούσε τους ανθρώπους. Ως φιλότιμη και ευπροσήγορη τα πρόφταινε όλα. Τόσο όμορφη, «μήπως  είναι αερικό;», αναρωτιόταν.

Νίκος Ξύστρος, Ε΄

Η μητέρα του συγγραφέα αφιέρωνε πολύ χρόνο στον ίδιο, καθώς όπως αναφέρεται στο κείμενο μιλούσαν πολλές ώρες οι δυο τους. Τον αγαπούσε πολύ και του προσέφερε αναμνήσεις από τη ζωή της. Πρόκειται για μία γυναίκα η οποία δεν είχε ταξιδέψει εκτός του τόπου της και για αυτό το λόγο διηγείται στο γιο της ιστορίες μόνο για τον πατέρα της και το χωριό της. Επίσης, στο κείμενο η μητέρα παρουσιάζεται ευσυγκίνητη και ευαίσθητη αφού βάζει εύκολα τα κλάματα. Ωστόσο, δεν εξωτερικεύει εύκολα τα συναισθήματά της και δεν εκδηλώνεται αλλά αντιμετωπίζει τη ζωή με υπομονή και καλοσύνη. Στην καθημερινότητά της η μητέρα φαίνεται ως μια συνηθισμένη νοικοκυρά της εποχής που  υποχρεώνεται να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού χωρίς να διαμαρτύρεται σαν να έχουν τα χέρια της κάποια μαγική δύναμη. Τέλος, ο συγγραφέας παρομοιάζει τη μητέρα του με μία νεράιδα, ένα φανταστικό δηλαδή πρόσωπο το οποίο το αγαπούσε και θαύμαζε τόσο πολύ που είχε συνεχώς το φόβο μήπως το χάσει.

                                                            Ραφαηλία Πρωταίου, Ε΄

Η μητέρα του συγγραφέα του αφιέρωνε πολλές ώρες, τον αγαπούσε πολύ και του πρόσφερε αναμνήσεις. Επίσης του διηγιόταν τοπικές και οικογενειακές ιστορίες γιατί δεν είχε ταξιδέψει. Η μητέρα του φαινόταν ευαίσθητη γιατί όταν άκουγε τους βίους των αγίων έβαζε τα κλάματα. Επίσης έβαζε τα κλάματα όταν έβλεπε τον γιο της να μεγαλώνει και να αριστεύει. Παρουσιάζεται εσωστρεφής άνθρωπος γιατί δεν είναι ιδιαίτερα κοινωνική, δεν εκδηλώνει εύκολα τα συναισθήματά της και δεν μοιράζεται εύκολα με τους άλλους τις σκέψεις της. Τα πρόφτανε όλα ανέκοπα και χωρίς να διαμαρτύρεται. Περνούσε την καθημερινότητα της με καλοσύνη. Ο συγγραφέας εκφράζει αγάπη και θαυμασμό προς την μητέρα του γιατί δεν ήθελε να την χάσει.

Σοφία Σταμπουλίδου, Ε΄

Η μητέρα του συγγραφέα, από τις πρώτες κιόλας γραμμές του κειμένου, καταλαβαίνουμε ότι είχε μια ιδιαίτερη σχέση αγάπης και στοργής με τον γιό της. Έδινε μεγάλη προσοχή και φροντίδα στο παιδί της και περνούσε ώρες πολλές μαζί του χαρίζοντας του όμορφες αναμνήσεις.
 Από τις διηγήσεις της φαίνεται πως δεν είχε ταξιδέψει κάπου αλλού και δεν είχε πολλές εικόνες να περιγράψει, μιας και οι περιγραφές της περιορίζονται στον πατέρα της και το χωριό που μεγάλωσε. Παρόλα αυτά είχε έναν δικό της όμορφο και γαλήνιο τρόπο να τα αφηγείται. Ήταν ευαίσθητη και ευσυγκίνητη μια και όταν ο γιος της μιλούσε για βίους αγίων εκείνη έβαζε τα κλάματα. Εκφραζόταν με το χαμόγελο μόνο, ποτέ δε γελούσε, αλλά το βλέμμα της πάντα γεμάτο καλοσύνη και υπομονή.
Επίσης θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως ήρεμη, προκομμένη και ακούραστη νοικοκυρά  που νοιαζόταν για όλες τις φροντίδες του σπιτιού και έκανε  ανέκοπα  και αθόρυβα όλες τις δουλειές χωρίς να δυσανασχετεί. 
Δίκαια λοιπόν ο γιος της την αγαπούσε και τη  θαύμαζε τόσο για το χαρακτήρα της όσο και για την φροντίδα που τους προσέφερε. Πολλές φορές μάλιστα την παρομοίαζε με την «καλή του Νεράιδα» στα παραμύθια που διάβαζε. 
Λες να΄νε η δική μου νεράιδα; συλλογιζόταν ...

Σταύρος – Αρσένιος Αθανασόπουλος, Ε΄

Η μάνα του συγγραφέα, του λέει ιστορίες για τον πατέρα της και τα παιδικά της χρόνια. Είναι η μάνα που ασχολείται με το παιδί της και προσπαθεί να του μεταφέρει  αυτά που έζησε. 
Συναισθηματικά ευαίσθητη, την πιάνουν τα κλάματα με τους βίους των αγίων. Απλοϊκή και  αγαθή, έτοιμη  να πιστέψει τα λόγια του. 
Έχει περάσει πολλά  στη ζωή της γι' αυτό και δεν γελάει ποτέ της, μόνο χαμογελά. Η καλοσύνη  και η υπομονή φαίνονται στα μάτια της.
Εργατική και πρόθυμη, πηγαινοέρχεται σαν πνεύμα αγαθό μέσα στο σπίτι και όλα τα προφταίνει. Καλή και επιδέξια νοικοκυρά, κυβερνάει το σπίτι και κάθε καθημερινή του ανάγκη  σαν να έχει μια μαγική δύναμη στα χέρια της.Έτσι που μοιάζει στα μάτια του συγγραφέα σαν εξωτικό πλάσμα, σαν μια νεράιδα που λεν τα παραμύθια… 

Χριστόφορος Μικρός, Ε' 


Δεν υπάρχουν σχόλια: